Ο Γεώργος Καζάς και
ο Γεώργιος Σεληνιωτάκης ήταν Ναυπλιώτες και τους ήξερε ο Τάκης Μελισσηνός, όπως και την δράση τους στην
αντίσταση, θεωρώντας τους υπεύθυνους για την σφαγή του αδερφού του Μίλτη.
Για τον Γεωρ. Καζά αναφέρονται ανωτέρω από τον Θ. Κοϊνη ποιός ήταν και σ΄αυτή την σημείωση τα λίγα λόγια ανωτέρω από εμένα .
Λίγα λόγια και για τον Γεώργιο Σεληνιωτάκη (ή καπετάν Παλαμήδη) Ήταν κάτοικος Ναυπλίου. Νυμφευμένος και με μία κόρη 8
ετών. Πρώην αστυνομικός. Απολύθηκε επί δικτατορίας Μεταξά και μετά εργαζόταν
στο Δήμο Ναυπλίου μέχρι το φθινόπωρο του1943
οπότε εντάχτηκε σαν καπετάνιος του ΕΛΑΣ (Αναφέρεται εκπαιδευτής του
εφεδρικού ΕΛΑΣ, στις Σπέτσες) έχοντας και κάποιες πολιτικές αρμοδιότητες στο
ΕΑΜ/ΚΚΕ , στις επαρχίες Τροιζηνίας & Ερμιονίδας.΄Η σύλληψη του έγινε στις Σπέτσες
6 προς 7 Ιουνίου 1944.
Για τους άλλους δύο που
φονεύθηκαν ως εμπλεκόμενοι στην υπόθεση της σφαγής του Μίλτη, δεν είναι πλήρως αποσαφισμένο το μένος εκδίκησης για αυτούς, του Τάκη Μελισσηνού.
Για τον Ιωάννη
Σαρηγιάννη διαβάζουμε από το βιβλίο του Βασ.Λαδά «ΟΙ ΑΝΤΑΡΤΕΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ»/2002 :
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΑΡΗΓΙΑΝΝΗΣ
ΚΑΙ ΑΝΤΩΝΙΟΣ
ΧΑΣΠΑΡΗΣ
Για τους δυό
αυτούς αγωνιστές, μας διηγήθηκε μια
στενή συγγενής τους η οποία θέλησε να μείνει ανώνυμη.
Ο Γιάννης Σαρηγιάννης του Γεωργίου,
γεννήθηκε το 1922 στο Κρανίδι. Καταγόταν από μια εύπορη οικογένεια και οι
πολιτικές πεποιθήσεις των γονιών του ήταν υπέρ του Βενιζέλου.
Το Νοέμβριο του
1942 η Παναγιούλα Σαρηγιάννη αδερφή
του Γιάννη παντρεύτηκε τον Αντώνη
Χάσπαρη του Νικολάου και ήταν αριστερών
φρονημάτων. Έτσι ο Αντώνης μύησε τον κουνιάδο του Γιάννη στις αριστερές
αντιλήψεις
Κατά την περίοδο
της Κατοχής εντάχθηκαν και οι δύο αντιστασιακές οργανώσεις ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ΚΚΕ.
Όταν τον Ιούνιο
του 1944 ήρθαν οι Γερμανοί στο Κρανίδι, οι ντόπιοι συνεργάτες τους άρχισαν να
τους αναζητούν για να τους παραδώσουν σ΄ αυτούς. Ο Αντώνης και ο Γιάννης που
έμαθαν τους σκοπούς τους, αποφάσισαν να κρυφτούν για να μην τους πιάσουν. Έτσι,
βρήκαν καταφύγιο στη στέρνα ενός γειτονικού σπιτιού. Η στέρνα χωριζόταν σε 2
επίπεδα. Στο πρώτο επίπεδο υπήρχε νερό και στο δεύτερο που ήταν ψηλότερα ήταν
κενός χώρος αρκετά μεγάλος ώστε να μπορέσουν να μείνουν. Όλο αυτό το διάστημα
που ήσαν κλεισμένοι στη στέρνα, η Μαριγώ
και η Παναγιούλα, μάνα και κόρη, προφασιζόμενες ότι έπαιρναν νερό, έριχναν
με τον κουβά τρόφιμα και διάφορα σημειώματα για να τους ενημερώνουν.
Οι Γερμανοί εν
τω μεταξύ μαζί με τους ντόπιους συνεργάτες τους, είχαν λυσσάξει να τους
αναζητούν αλλά δεν μπορούσαν πουθενά να τους εντοπίσουν. Τρεις φορές απείλησαν
την οικογένειά τους ότι εάν δεν παραδοθούν θα τους κάψουν το σπίτι, αλλά οι απειλές
τους δεν έφεραν αποτελέσματα. Και έτσι έπιασαν την Παναγιούλα και την οδήγησαν στις γερμανικές φυλακές. Εκεί κάθε
βράδυ ένας αξιωματικός σε κατάσταση μέθης την απειλούσε ότι αν δεν μαρτυρούσε
που ήταν ο άνδρας και ο αδελφός της θα την ξυράφιζε και της έδειχνε το ξυράφι.
Αυτή από την απελπισία και το φόβο έπαθε δερματικές ανωμαλίες.
Κάποιο συγγενικό
πρόσωπο της Παναγιούλας, επισκέφθηκε τους γονείς της και τους εγγυήθηκε ότι αν
παρεδίδοντο στους Γερμανούς δεν θα πάθαιναν τίποτε. Σημειωτέον, ότι αυτός ήταν
μέλος της Επιτροπής των Κρανιδιωτών που παρέδωσαν 100 πατριώτες στους
Γερμανούς.*
*((σ.εμού:Σε άλλο κεφάλαιο του βιβλίου ο Β. Λαδάς για την
ίδια υπόθεση γράφει: «Εδώ θέλω να τονίσω ότι ο Τάσος ο Βάθης ήταν
συγγενής τους και μπορούσε να τους γλιτώσει. Παρ΄ολες όμως τις παρακλήσεις τους
στάθηκε αδύνατον.»
«Επικεφαλής της αντιδραστικής οργάνωσης στο Κρανίδι
ήταν ο δικηγόρος Θεοδόσης Παπαοικονόμου, γαμπρός του Τάσου του Βάθη.» *( Ο Τάσος Βάθης ως
έφεδρος αξιωματικός είχε προσχωρήσει στον ΕΛΑΣ το φθινόπωρο του 1943 εξ ανάγκης
και ήταν Διμοιρίτης Λόχου στο ΙΙΙ Τάγμα του ΕΛΑΣ που δραστηριοποιούταν στην περιοχή. Λίγο πρίν οι Γερμανοτσιολιάδες φτάσουν στο Κρανίδι (4-6-1944) κατόρθωσε και διέφυγε από τον
ΕΛΑΣ και εντάχτηκε σε αυτούς. ))
Τους βεβαίωνε λοιπόν ότι αν αυτοί παρουσιάζονταν μπορεί να τους
κρατούσαν για λίγες μέρες και να άφηναν την Παναγιούλα ελεύθερη.
Η Μαριγώ,
μετέφερε την είδηση στους δύο άντρες, και αυτοί αφού ενημερώθηκαν για τις
εξελίξεις, αποφάσισαν να παραδοθούν. Παραδόθηκαν λοιπόν βασιζόμενοι στην
εγγύηση του συγγενή και αμέσως τους χώρισαν και τους τοποθέτησαν σε χωριστά
δωμάτια. Τότε οι δύο πατριώτες συνειδητοποίησαν ότι δεν θα ξαναντάμωναν ποτέ
πια ο ένας τον άλλον.
Τα μαρτύρια που
πέρασαν ήταν παρά πολύ οδυνηρά. Αφού βασάνισαν τον Γιάννη μερικές ημέρες, τον
υποχρέωσαν όταν πλέον ήταν εξαντλημένος να σκουπίσει την πλατεία Ρέπουλη, μια
ατιμωτική πράξη και τον χλεύαζαν και από πάνω, ενώ τον χτυπούσαν. Το διάστημα
που ήταν κρατούμενος στο Κρανίδι, οι Γερμανοί του απαγόρευσαν κάθε επαφή με
τους δικούς του επειδή τον θεωρούσαν πολύ επικίνδυνο. Ύστερα τον μετέφεραν από την Κοιλάδα με ένα καΐκι στο Δρέπανο Ναυπλίας.
Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού επιχείρησε 3 φορές να φύγει πέφτοντας στη θάλασσα
ανεπιτυχώς. Οι Γερμανοί για να τον τιμωρήσουν του έκοψαν τη γλώσσα. Όταν
έφτασαν στο Δρέπανο, αφού συνέχισαν να τον βασανίζουν, τον εκτέλεσαν [8
Ιουνίου1944]... Τέλος τον έθαψαν σε
ομαδικό τάφο στο Δρέπανο. Στην πραγματικότητα, όπως όμως μαθεύτηκε, δεν τον
βασάνιζαν οι Γερμανοί αλλά ο Παλιατσάκης
ντυμένος γερμανικά, και αυτό το αναφέρουμε σε άλλη σελίδα.*((*"Ο πατέρας Παλιατσάκης αξιωματικός του Ελληνικού
Στρατού από το Ναύπλιο είχε δυο γιούς που συνεργάζονταν με τους Γερμανούς και
ήταν ντυμένοι με τη Γερμανική στολή της Γκεστάπο"(Β. Λαδάς))
Εννιά μήνες μετά
την εκτέλεση του Γιάννη, η μητέρα του Μαριγώ, πήγε με μια ανιψιά της στο
Δρέπανο να κάνει λειτουργία στη μνήμη του γιού της. Φτάνοντας εκεί επισκέφθηκε
το Κοινοτικό Κατάστημα ζητώντας να λάβει πληροφορίες για τον τάφο του γιού της.
Κάποιος υπάλληλος της παρέδωσε την ταυτότητα του και της υπέδειξε το σημείο που
ήταν ο ομαδικός τάφος. Μάλιστα την πληροφόρησε ότι ως εκ θαύματος το σώμα του
είχε λειώσει σε 9 μήνες. Αυτή, ζήτησε να κάνουν εκταφή και αναγνώρισε το γιό
της από τα βάτα του σακακιού του και πρόσεξε και ένα διαμπερές τραύμα στο
κεφάλι. Πήρε τα οστά του και τα μετέφερε στο Κρανίδι.
Ο Αντώνης αφού
συνελήφθη και κρατήθηκε και αυτός χωριστά, συνάντησε δυο φορές τη γυναίκα του
και της εξέφρασε την ανησυχία του για το τέλος που τον περίμενε. Μετά λίγες
μέρες τον μετέφεραν στην Κόρινθο και τον εκτέλεσαν στις 22 Ιουλίου 1944, ημέρα
Σάββατο και ώρα 6 π.μ. Εκτελέστηκε ομαδικά και τάφηκε μαζί με άλλους 36
αγωνιστές.
Η οικογένεια του
Αντώνη, για καιρό αγνοούσε το τέλος του γιατί ο συγγενής που τους είχε προδώσει
και παραδώσει, τους κορόιδευε ότι ο Αντώνης ήταν όμηρος των Γερμανών.
Αυτό ήταν το
τέλος αυτών των δύο ηρωϊκών αγωνιστών, που έδωσαν τη ζωή τους για τα αγαθά της
λευτεριάς. *
* Στην ανωτέρω διήγηση
είναι παράξενο που η «στενή συγγενής του… θέλησε να μείνει ανώνυμη», όπως και γιατί
δεν αναφέρεται πως εκτελέστηκε ο Γιάννης Σαρηγιάννης , όπως παράξενο είναι που
ο Β. Λαδάς στο ίδιο βιβλίο αναφέρει σε άλλο κεφάλαιο ότι τον Σαρηγιάννη τον γκρέμισαν από
μια ταράτσα στα Ίρια παρουσία λαού, δηλ. αυτό που πράγματι έγινε στο Δρέπανο όμως. Ο Γεωρ.
Πασαμήτρος στο βιβλίο του (ο.π.) παρουσιάζει την αναφορά του Β. Λαδά ως:
«Με τους Γερμανούς
έχουν έρθει στο Κρανίδι και ο διοικητής του Τάγματος Ασφαλείας Ναυπλίου
Μουστακόπουλος και ο γερμανοντυμένος Παλιατζάκης. Ο τελευταίος θα παραλάβει τον
Γιάννη Σαρηγιάννη και, αφού τον βασανίσει στο Κρανίδι, θα τον μεταφέρει στα
Ίρια, όπου θα τον σκοτώσει:Ο Β. Λαδάς αναφέρεται στο
γεγονός:
«…Τον Σαρηγιάννη όταν τον συλλάβανε τον παρέλαβε ο Παλιατσάκης και
τον βασάνιζε επί μέρες[…]. Αφού τον είχαν εξαντλήσει από τους πόνους που του
χαράκωναν το κρέας και έριχναν μέσα λεμόνι και αλάτι, τον πήγε στα Ίρια και
μαζεύοντας τον λαό των Ιρίων τον ανέβασε σε μία ταράτσα και τον γκρέμισε».
Με τον ίδιο
τρόπο όπως θα δούμε, θα εκτελέσουν οι ταγματασφαλίτες τον Γιώργη Καζά και τον
Γ. Σεληνιωτάκη (Παλαμήδη)»*
*Ο Θ.Κ. Κοϊνης ήξερε ότι ο Γεώργιος Καζάς φονεύτηκε στην πλατεία του Δρέπανου, γράφοντας στην σελ.125 : «Περάσαμε κι από το Χαϊντάρι (παλαιότερη ονομασία του Δρέπανου) μέσα από την
πλατεία που παίχτηκε το μαρτύριο του ΓΙΩΡΓΗ ΚΑΖΑ…» ...αλλά μάλλον δεν ήξερε γιά το όμοιο μαρτύριο και θάνατο των άλλων τριών ανταρτών.
Ο ανιψιός του Τάκη
Μελισσηνού, ο Στέλιος Περράκης(Η μητέρα του Περράκη ήταν αδερφή του Τάκη.Μελισσηνού)
στο βιβλίο του (ο.π.) γράφει:
«Ο Πτολεμαίος Σαρηγιάννης ήταν ο νεώτερος αδερφός της γιαγιάς μου, της μητέρας
του Βαγγέλη, που το καλοκαίρι του 1943 προσχώρησε ως ανώτερος αξιωματικός στο
στρατιωτικό σκέλος του ΕΑΜ, τον Εθνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό ή ΕΛΑΣ. Ο
Πτολεμαίος ήταν υποστράτηγος εν αποστρατεία με διακεκριμένη στρατιωτική
υπηρεσία και με άψογα πατριωτικά αισθήματα, αφού είχε πολεμήσει ως
Μακεδονομάχος στο αντάρτικο στην Μακεδονία στις αρχές του 20ου αιώνα. Την εποχή που συνελήφθη ο Μίλτης, ο
Πτολεμαίος ήταν στο στρατηγείο του ΕΛΑΣ στα βουνά και δεν ήταν σε θέση να
βοηθήσει.»*
*Ο Πτολεμαίος Σαρηγιάννης (Αίας) εντάχτηκε
στον ΕΛΑΣ τον Ιούνιο του 1943 ως γενικός επιτελάρχης του Α΄ Σώματος με έδρα την
Αττική. Οι αποφάσεις του συνέβαλαν στην
διάλυση του «Εθνικού Στρατού» στην
Πελοπόννησο. Είναι αυτός που έστειλε το σώμα ανταρτών με τον Λοχαγό Κονταλώνη
στην Ερμιονίδα και Τροιζηνία τέλος Σεπτεμβρίου 1943 για έλεγχο της κατάστασης
εκεί από τους "Εθνικιστές-Βασιλικούς".
Ο Πτ. Σαρηγιάννης (εκλέκτηκε εθνοσύμβουλος της ΠΕΕΑ τον Απρίλιο 1944) δεν
πρέπει να ανέβηκε στο βουνό κατά την θητεία του στον ΕΛΑΣ Σχετικά κατωτέρω
απόσπασμα από το βιβλίο του Πολύδωρα Δανιηλίδη “Ο Πολύδωρος θυμάται"/ 1989 (σελ.156):
Διεύρυνση
της Κ.Ε. του Ε.Λ.Α.Σ.
Όταν
βγήκε ο Σαράφης στο βουνό και ιδρύθηκε το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ, έγινε τον
Ιούνη του 1943 ανασυγκρότηση ή
μάλλον διεύρυνση και της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ. Παρέμεναν πάντα τα τρία αρχικά μέλη.
Πρόεδρος ορίσθηκε ο στρατηγός Ν.
Γρηγοριάδης (Λάμπρος) που είχε αναλάβει και τη διοίκηση του Α΄ σώματος
στρατού. Επιτελάρχης ο αντιστράτηγος Πτολεμαίος
Σαρηγιάννης (Αίας). Διευθυντές
των γραφείων αντίστοιχα, του 1ου ο συνταγματάρχης Ν. Παπασταματιάδης, του 2ου
ο αντισυνταγματάρχης Στάθης Δεληβοριάς
και του 3ου ο Θ. Μακρίδης
(Έκτορας) Γραμματέας της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ ορίσθηκε ο γραμματέας του ΕΑΜ Θ. Χατζής. Σαν δεύτερο μέλος, υπεύθυνος
για τη στρατιωτική οργάνωση της Αθήνας ορίσθηκε ο Σπύρος Κωτσάκης. Εμένα με
βάλαν πολιτικό επίτροπο, καπετάνιο
του Α΄ Σώματος στρατού, δίπλα στο Ν. Γρηγοριάδη. Επί πλέον ανέλαβα με βοηθό
το Σόλωνα Γρηγοριάδη τη συνέχιση της έκδοσης της εφημερίδος της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ
«Απελευθερωτής».
Βέβαια
όταν άρχισε να αναπτύσσεται το αντάρτικο, η Κ.Ε. του ΕΛΑΣ κακώς παρέμεινε στην
Αθήνα. Έπρεπε να βρίσκεται στο βουνό και να έχει ένα κλιμάκιο πληροφοριών ή ένα
επιτελικό κλιμάκιο στην Αθήνα. Όμως εκείνοι που κατευθύνανε όλη την υπόθεση
σιγά-σιγά την υποβίβασαν. Με τη δημιουργία δε του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ
στο βουνό, από τους Σαράφη, Άρη και Τζήμα, περιορίσθησαν ακόμα περισσότερο
οι δικαιοδοσίες της Κ.Ε. Το Γενικό Στρατηγείο αναλαμβάνει να καθοδηγήσει όλο το
αντάρτικο μέχρι τη Μακεδονία ενώ η Κ.Ε.
του ΕΛΑΣ περιορίζεται στην
καθοδήγηση των τμημάτων της Αττικής, της Αθήνας και του Πειραιά καθώς και της
Πελοποννήσου. Την Κρήτη σχεδόν δεν την καθοδηγούσε κανείς γιατί δεν είχαμε
και τόση επαφή μαζί της, μια και δεν υπήρχαν δυνατότητες επικοινωνίας τότε.
Στο
μεταξύ στείλαμε πολλούς αξιωματικούς στο βουνό, αρκετούς μάλιστα στην Ήπειρο
και τη Μακεδονία. Κι όσο εξελίσσονταν τα γεγονότα, οι προσχωρήσεις των ανωτέρων
αξιωματικών ήταν ραγδαίες. Ένας απ΄αυτούς, θυμάμαι, ήταν κι ο Σαρηγιάννης.
Ο Πτολεμαίος Σαρηγιάννης, που μας ήλθε
τον Ιούνη του 1943, ήταν ο καλύτερος αξιωματικός των τελευταίων χρόνον του
Ελληνικού στρατού. Ήταν γερό κεφάλι. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Γούναρης είχε
αυτόν για ιδιαίτερο σύμβουλό του, μολονότι ήταν Βενιζελικός. Όταν, λοιπόν, μας
ήλθε κι αυτός, γεννήθηκε το πρόβλημα τι να κάνουμε λόγω του βαθμού και της
θέσης του. Στο Α΄ σώμα στρατού είχαμε τοποθετήσει τον Ν. Γρηγοριάδη. Και δεν
γινόταν να βάλουμε εκείνον. Αποφασίσαμε
να τον ορίσουμε γενικό επιτελάρχη. Έτσι αξιοποιούσαμε τις γνώσεις και την
πείρα του χωρίς να τον μειώνουμε. Για κάμποσο καιρό είχα επαφή μ΄ αυτόν τον
άνθρωπο. Τόπο συνάντησης είχαμε ορίσει ένα οδοντιατρείο στο Κουκάκι. Του
πήγαινα τα έγγραφα, τα μελετούσε κι έδινε τις του για κάθε ζήτημα. Στην
συνέχεια ο Μακρίδης τα διατύπωνε σε διαταγές, που όμως χρειάζονταν την υπογραφή του Σαρηγιάννη, οπότε
ξαναπήγαινα το έγγραφο.
Αυτά
τα τόσο επικίνδυνα έγγραφα τα πηγαινοέφερνα επί αρκετό διάστημα κάτω απ΄ τη
μύτη των Γερμανών και δεν έπαθα ποτέ καμιά ζημιά. Γύριζα 16 ώρες την ημέρα μέσα
στην Αθήνα. Αρχινούσαμε τη δουλειά το πρωί στις πέντε και σταματούσαμε το βράδυ
στις έντεκα παρά πέντε, αφού παραλαβαίναμε και το τελευταίο ταχυδρομείου.
Βέβαια τα πάντα λειτουργούσαν στην εντέλεια κι αυτό οφείλονταν στην καλή
οργάνωση και στην αυστηρή συνωμοτικότητα.
Περί ου τα
ανωτέρω :
Ο Πτολεμαίος
Σαρηγιάννης γεννήθηκε στον Πειραιά, με καταγωγή από το Κρανίδι- Ερμιονίδα.
Ο ανωτέρω κομμουνιστής
Γιάννης Σαρηγιάννης πρέπει να ήταν συγγενής του Πτολεμαίου και έτσι είναι
θεωρητέο ότι με τον Τάκη Μελισσηνό είχαν οικία σχέση ως συγγενείς εξ αγχιστείας, γι΄ αυτό απευθύνθηκε
μέσω συνδέσμου ή τηλεφώνου σ΄ αυτόν ( μάλλον με τον συναδερφό του δικηγόρο «Επικεφαλής της αντιδραστικής οργάνωσης στο Κρανίδι ήταν ο δικηγόρος Θεοδόσης Παπαοικονόμου» ), που ώς στέλεχος του ΕΑΜ/ΚΚΕ
του Κρανιδίου θεώρησε ότι μπορούσε να επέμβει στα μεγάλα στελέχη του
ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ/ΟΠΛΑ που είχαν την έδρα τους στο Κρανίδι να απελευθερωθεί ο Μίλτης.
Ο Γιάννης Σαρηγιάννης πρέπει να του απάντησε ως κομμουνιστής που ήταν κάπως
έτσι: «παρετήσου πρώτα εσύ από αρχιγκεσταπίτης που είσαι και έχεις πάρει πολλούς
συντρόφους μου στο λαιμό σου και μετά θα φροντίσω να απελευθερωθεί» ή απλά «δεν
μπορώ να κάνω τίποτε».
Επισημαίνω την
λύσσα με την οποία έψαχνε να τον βρεί τον Γιάννη Σαρηγιάννη ο γκεσταμπίτης
Τάκης Μελισσηνός και την γκεμπελίστικη ιστοριογραφία του ανεψιού του, Στ.
Περράκη, για να τον αθωώσει ιστορικά.(Στο Δρέπανο πήγες αρκετές φορές κ. Περράκη
δεν ρώτησες ένα γέροντα για τις κλωτσιές του θείου σου; Όπως δεν είδες το σπίτι
που υπάρχει ακόμα στην πλατεία με την μεγάλη βεράντα ψηλά και όχι υπερυψωμένο μπαλκόνι στο ισόγειο;…και ..!)
***
Για τον τέταρτο
αντάρτη το γιατί τον έστειλαν «πεσχέσι» οι Γερμανοτσολιάδες στον φίλο τους Τάκη
Μελισσηνό, για να του πεί «φύγε» με κλωτσιές, είναι άγνωστο. (Ενδέχεται να μην είχε καμία εμπλοκή στο θάνατο του Μίλτη και απλώς στάλθηκε στον Τάκη για σύγχυση της ιστορίας, του ρόλου και των ευθυνών για το στυγερό ομαδικό έγκλημα του «Γυαλάκια
του ψηλού»)
Η μόνη γραπτή αναφορά γι΄ αυτόν
είναι από το βιβλίο του Δ. Ρήγα (ο.π.) :
ΣΠΑΝΟΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ του Αναστασίου. Αγρότης.
Γεννήθηκε
στην Κυρά Βρύση το 1920. Ήταν οργανωμένος στην ΕΠΟΝ. Πήγε αντάρτης στον ΕΛΑΣ,
Καπετάνιος Διμοιρίας του 3ου Τάγματος του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ.
Στις
μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών το Μάϊο και Ιούνιο του 1944
στην περιοχή Ναυπλίας-Τροιζηνίας, το 3ο Τάγμα του ΕΛΑΣ βρέθηκε μέσα σε κλοιό.
Το μεγαλύτερο μέρος του διέφυγε με καΐκια στην Τσακωνιά. Ο Μιχάλης βρισκόταν
μέσα στο τελευταίο καΐκι που έφευγε από την Τροιζηνία. Το καΐκι δεν έπαιρνε πια
άλλους. Ο Μιχάλης πήδηξε έξω, για να πάρει άλλος τη θέση του. Πήδησε προς το
θάνατο… Εκείνη την εποχή, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης σε πολλούς αγωνιστές
δε λειτουργούσε προς όφελος του Εγώ, αλλά λειτουργούσε προς όφελος του Εμείς.
Αυτό έγινε και με το Μιχάλη. Τον
συνέλαβαν στις Σπέτσες και τον εκτέλεσαν στο Δρέπανο του Ναυπλίου τον Ιούνη του 1944.